ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ,
ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΤΡΙΓΛΙΑΣ.
ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ,
ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΤΡΙΓΛΙΑΣ.
ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ, ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΤΡΙΓΛΙΑΣ.
ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ, ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΤΡΙΓΛΙΑΣ.
ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ, ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΤΡΙΓΛΙΑΣ.
1 Ιανουαρίου 318-393 μ.Χ. 75 Ετών
Το 330 μ.Χ. στην Εκκλησία του Χριστού βασιλεύει άνοιξη, χαρά, ειρήνη γιατί αυτοκράτορας Κωνσταντινουπόλεως είναι ο Μέγας Κωνσταντίνος, του οποίου μάλιστα η μητέρα αγία Ελένη, έτυχε να κατάγεται από ένα χωριό κοντά στην Τριγλία, το Δρέπανο της Βιθυνίας.
Η Τριγλία είναι μια Κωμόπολη της Βιθυνίας του αρχαίου Πόντου, που κείται στα βορειοανατολικά της Δυτικής Ποντιακής αυτοκρατορίας, μεταξύ Νικομηδείας, Προύσας, Αγκύρας και Ηρακλείας του Πόντου. Η Τριγλία είναι χώρα γόνιμη και πλούσια σε εδάφη, παράγει δε άφθονο αραβόσιτο, σιτηρά, λάδι, ξυλεία.
Κάποια μέρα εδώ στην Τριγλία, στο χριστιανικό σπίτι του Θεοδώρου και της Θέοκλας, γίνεται αναστάτωση, ταραχή. Ο πατέρας της οικογένειας λογομαχεί με τον μοναχογιό του, το δωδεκάχρονο Θεοδόσιο. Τα υπόλοιπα παιδιά, ένδεκα κορίτσια, έχουν μαζευτεί κουβάρι σε μια καμάρα και ακούν με φόβο τις φωνές.
Όχι, φωνάζει άγρια ο πατέρας χτυπώντας τη γροθιά στον τοίχο, δεν σ’ αφήνω να φύγεις, Καλόγερος δεν θα γίνεις ποτέ.
Θα γίνω πατέρα, απαντά ο Θεοδόσιος, θα γίνω γιατί είναι θέλημα Θεού. Ως εδώ με είχες παιδί σου, στο εξής όμως είμαι παιδί του Επισκόπου Παύλου.
Και ποιος είναι αυτός ο Παύλος;
Είναι ο επίσκοπος Καβέρων, είναι ένας από τους 318 αγίους Πατέρες, που έκαναν τη Σύνοδο εδώ στη Νίκαια προ έξι χρόνια, όταν εγώ ήμουν έξι χρονών. Είδα πατέρα το Ιερό του πρόσωπο, που έμοιαζε με πρόσωπο Αγγέλου. Είδα τα χέρια του και ήταν τρυπημένα από τα χονδρά σίδερα με τα οποία τα τρύπησαν οι Αρειανοί. Απέναντί του στεκόμουν όταν κήρυττε τον Θείο λόγο, και όταν κάποια στιγμή αντικρύστηκε το βλέμμα μας, ένοιωσα μια μαχαιριά στην καρδιά μου, μου ήλθε να σωριαστώ και έδωσα όρκο στον Χριστό και είπα. Χριστέ μου αυτός ο άνθρωπος έχυσε το αίμα των χεριών του για Σένα, εγώ θα γίνω Καλόγερος.
Την ώρα που έφευγε από τον ναό, στάθηκα στην πόρτα για να με ευλογήσει και μου είπε, Θεοδόσιε σε περιμένει το Μοναστήρι της Πελεκητής, εκεί θα καλογερέψεις και θα αγωνισθείς στο Μοναχικό στάδιο…
Αύριο Θεοδόσιε παιδί μου, του λέει ο πατέρας του, θα πάμε στον δικό μας Επίσκοπο, τον άγιο Θεόγνιο. Ξέρεις πως και αυτός είναι ένας από τους 318 αγίους Πατέρες της Νικαίας, που έκαναν πριν έξι χρόνια την Πρώτη αγία Οικουμενική Σύνοδο και αναθεμάτισαν τον αναθεματισμένο Άρειο. Το Άγιο Πνεύμα θα του μιλήσει και έτσι θα μας συμβουλέψει τι πρέπει να κάνουμε...
Ο Θεοδόσιος θα γίνει Καλόγερος!
Κάποια μέρα του ίδιου έτους ο Επίσκοπος Θεόγνιος παίρνει στη συνοδεία του τον αρχιδιάκονό του, παίρνει και τον αναγνώστη Θεοδόσιο και πηγαίνουν στο Μοναστήρι του αγίου Γεωργίου Πελεκητής, στο οποίο θα εγκαταβιώσει και θα καλογερέψει ο Θεοδόσιος.
Καθώς διασχίζουν τους ερημικούς δρόμους, και βγαίνουν στα μονοπάτια, που οδηγούν προς το Νοτιοδυτικό μέρος της Τριγλίας, εκεί που βρίσκεται το Μοναστήρι, ο άγιος Επίσκοπος δείχνει από τα νότια το βάθος του ορίζοντα και λέγει.
Παιδιά μου εκεί στο βάθος είναι ο Όλυμπος. Εκεί ασκήτεψα στα νεανικά μου χρόνια και από εκεί με πήραν χωρίς τη θέλησή μου και με έφεραν στην Επισκοπή της Νίκαιας. Ο Όλυμπος παιδιά μου είναι τόπος άγιος, οι εκεί πατέρες τον ονομάζουν «Χώρα αγίων» και είναι γιατί χιλιάδες-μυριάδες οσίων Πατέρων αγίασαν στα σπήλαια, στις καλύβες, στις σκήτες, στα φαράγγια, τις ρεματιές.
Στην απέναντι πλαγιά αντικρύζουν το Μοναστήρι της Πελεκητής. Είναι χωμένο στο πράσινο και ανάμεσα στα μυτερά πανύψηλα κυπαρίσια του ξεπροβάλλουν οι κόκκινες μύτες των καμπαναριών και των τρούλλων των ναών. Στο ιεροπρεπές πρόσωπο του Ιεράρχου απλώνεται ένα ευχάριστο μειδίαμα, ενώ σηκώνει το χέρι του , κάνει το σημείο του Σταυρού και απευθυνόμενος στον Θεοδόσιο του λέγει.
Θεοδόσιε, αυτό είναι το Μοναστήρι σου, εδώ θα πεθάνεις και από εδώ θα πας στον Παράδεισο.
Μετά παρέλευση 15 ετών ο Επίσκοπος Θεόγνιος έρχεται πάλι στο Μοναστήρι. Σκοπός του είναι να χειροτονήσει Ιερομόναχο τον Θεοδόσιο και να τον ανακηρύξει Ηγούμενο της Μονής. Έτσι σε ηλικία 27 ετών, το έτος 345 ο Θεοδόσιος ανέρχεται στο Ηγουμενικό αξίωμα και αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση 80 ψυχών, με μια κρυφή ελπίδα να φύγει κρυφά για τα ασκητάρια του Ολύμπου.
Και τα χρόνια περνούν…
Αυτοκράτορας Κωνσταντινουπόλεως είναι τώρα ο γιός του Μ. Κωνσταντίνου, ο Κωνστάντιος. Αρειανός ως το κόκκαλο, διώκτης σφοδρός των Ορθοδόξων, εχθρός δε άσπονδος του Πατριάρχου Αλεξανδρείας, Αθανασίου του Μεγάλου.
Μια μέρα έρχονται απεσταλμένοι του αυτοκράτορος στο Μοναστήρι και ζητούν τον Ηγούμενο Θεοδόσιο. Τον συλλαμβάνουν και χειροδέσμιο τον φέρνουν στον αυτοκράτορα.
Ο Κωνστάντιος μόλις τον βλέπει του λέγει. Έλα λοιπόν να υπογράψεις κατά της Συνόδου της Νικαίας των 318 Επισκόπων.
Για ποιό λόγο; ρωτά ήρεμος ο Θεοδόσιος.
Γιατί υπήρξαν πλανεμένοι και τάραξαν τον αγιώτατο Άρειο με συνοδική απόφαση αναθεματισμού, δεν το ξέρεις;
Βεβαίως το ξέρω Άναξ, απαντά με θάρρος ο Θεοδόσιος. Αν ήμουν τότε και εγώ θα φώναζα εναντίον του το Ανάθεμα.
Τί είπες; κάνει έξω φρενών ο Κωνστάντιος και ασυγκράτητος σε θυμό, αρπάζει ένα μαρμάρινο αθοδοχείο, το ρίχνει στο κεφάλι του Οσίου. Το αίμα τρέχει από μια τρύπα της κεφαλής σαν ρύακας και εκσφεδονίζεται στο πάτωμα.
Ο αυτοκράτορας γίνεται θηρίο, αρπάζει ένα ξίφος, το δίνει στον στρατηγό του και του λέγει. Κόψε τα αυτιά του. Εκείνος υπακούει, κόβει τα αυτιά του και τα πετά έξω από το παράθυρο.
Ο Αρειανός Κωνστάντιος χαμογελά, έπειτα του γνέφει να τον πλησιάσει.
Ο Θεοδόσιος πλησιάζει και εκείνος του δείχνει με το δάχτυλο ένα πάπυρο που είναι στο τραπέζι. Έπειτα του λέγει. Θεοδόσιε ήλθε η ώρα να ξεκαθαριστεί η εκκλησία. Όσοι αγαπούν τον Άρειο θα ζήσουν, όσοι τον μισούν θα πεθάνουν. Κοίτα εδώ; Δύο στήλες υπάρχουν που κάτω από αυτές βρίσκεται πλήθος ονομάτων. Ο Θεοδόσιος σκύβει καλά και βλέπει. Πράγματι δύο στήλες με δύο σειρές ονομάτων.
Λοιπόν, εξακολουθεί ο αυτοκράτορας. Θα υπογράψεις σε μια από τις δύο. Η μία έχει επικεφαλίδα «Θάνατος» η άλλη «Ζωή». Τί προτιμάς;
Ο Θεοδόσιος δεν απαντά, βουτά το φτερό στο μελάνι και υπογράφει κάτω από τη στήλη που γράφει «Θάνατος».
Ο αυτοκράτορας διατάζει να τον οδηγήσουν στη φυλακή και να τον αφήσουν νηστικό δώδεκα μέρες και έπειτα να τον ξαναφέρουν για εξέταση. Στις δώδεκα μέρες θα φάγει δώδεκα χιλιάδες ραβδισμούς.
Το τελευταίο βράδυ που προσευχόταν ξαφνικά ένα ξεκλείδωμα της πόρτας τον διακόπτει. Γυρίζει το κεφάλι και βλέπει μια σκιά να έρχεται προς αυτόν κρατώντας ένα μικρό λυχνάρι.
Γέροντα Θεοδόσιε, του λέγει ο Δρουγάριος (διοικητής στρατιωτικού σχηματισμού) του αυτοκράτορος Κωνσταντίου, σου φέρνω χαράς ευαγγέλια. Μόλις προ πέντε λεπτών της ώρας πέθανε ο Αρειανός αυτοκράτορας και ήλθα τρεχάτος να σε πάρω. Και φεύγουν για το Μοναστήρι.
Με την επιστροφή του Προεστώτος Θεοδοσίου, επανέρχεται στο Μοναστήρι η χαρά, η ειρήνη και η πνευματική ζωή συνεχίζεται με περισσότερο ζήλο, τόσο για την Ορθόδοξο πίστη, όσο και για την αρετή. Έως τα 75 χρόνια της ηλικίας του.
Λιγότερα